Η Γαλλική γλώσσα ομιλείται στην Ευρώπη από 72 εκατομμύρια γαλλόφωνους ως μητρική γλώσσα (Γαλλία 65 εκ., Βέλγιο 4,5 εκ. Ελβετία 1,5 εκ). Εκτός Ευρώπης ομιλείται από 10 εκατομμύρια στον Καναδά, 8 στην Αϊτή και από 160 έως 500 εκατομμύρια ομιλητές που τη χρησιμοποιούν ως δεύτερη γλώσσα.
Είναι η επίσημη γλώσσα σε διάφορες κοινότητες και οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Μέχρι το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, τα Γαλλικά θεωρούντο διεθνής γλώσσα, ιδιαίτερα σε πεδία όπως η διπλωματία, lingua franca στο εμπόριο, στη ναυτιλία και στις μεταφορές. Σήμερα παραμένουν μαζί με τα αγγλικά ως ισχυρή γλώσσα στη διπλωματία. Τα Γαλλικά είναι μία από τις δύο γλώσσες εργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και δεύτερη ξένη γλώσσα διδασκαλίας στα σχολεία όλης της Ευρώπης μετά τα αγγλικά.
Στις μέρες μας, η γνώση μιας μόνο ξένης γλώσσας δεν θεωρείται αρκετή από τους περισσότερους εργοδότες. Τα γαλλικά αυξάνουν τις ευκαιρίες εύρεσης εργασίας σε τομείς όπως είναι η πολιτική, η οικονομία, η νομική, η διπλωματία, οι υπηρεσίες και ο τουρισμός. Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται πολλές γαλλικές επιχειρήσεις που απαιτούν τη γνώση της γαλλικής γλώσσας από τους εργαζομένους τους. Τέλος, η γνώση της γαλλικής γλώσσας δίνει πρόσβαση σε γαλλικά πανεπιστήμια.
ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΙ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ
- Delf
- Dalf
- Sorbone
Μπορεί να κατανοήσει και να χρησιμοποιήσει καθημερινές εκφράσεις που του είναι οικείες και πολύ βασικές φράσεις που έχουν στόχο την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών. Μπορεί να συστηθεί και να συστήσει άλλους και μπορεί να ρωτήσει και να απαντήσει ερωτήσεις που αφορούν προσωπικά στοιχεία, όπως το πού μένει, τα άτομα που γνωρίζει και τα πράγματα που κατέχει. Μπορεί να συνδιαλλαγεί με απλό τρόπο υπό την προϋπόθεση ότι ο συνομιλητής του μιλάει αργά και καθαρά και είναι διατεθειμένος να βοηθήσει.